Θερισμός
Στην αγκαλιά της σκέψης μου τα βράδια
σε παίρνω και κρατώ σα φυλαχτό,
γιατί μου διώχνεις όλα τα σκοτάδια
κι όλης μου της ζωής τον κουρνιαχτό!
Τα δυο γλαρά σου μάτια είναι λαύρα,
μια πυρκαγιά και μ’ έκαψαν πολύ,
αλλά στα δυο σου χείλια την ανάβρα
βρήκα και τη ρουφάω σαν πουλί!
Ωρίμασε το στάχυ, πλέον, τώρα
και μπήκα στο μεγάλο πειρασμό
στ’ αντρίκια μου τα χέρια, είναι ώρα,
να πάρω τον καρπό στο θερισμό!
Με την καρδιά μου κάρβουνο αναμμένο,
πριν φύγω από του χρόνου τη φθορά,
πέταξε σαν πουλί και σε προσμένω,
να νιώσω της αγάπης τη χαρά!