Φιλιά… μεθυσμένα
Απόψε ανεχόρταγος νέκταρ του παραδείσου
πίνω από τα χείλια σου γλυκειά μου κοπελιά
και ζαλισμένος πρόλαβα να πω: «Μόνο θυμήσου
πως μέθυσος δεν ήμουνα ποτέ μου πιο παλιά!»
Μα κάνεις ότι δεν ακούς και προχωράς πιο κάτω!
Μ’ ένα φιλί σου δεύτερο χάνω τα συγκαλά.
Κι έχω πάνω στη γλώσσα μου γεύση από μοσχάτο,
ενώ νιώθω πιο γρήγορα το αίμα μου κυλά!
Μέθυσα και σου ζήτησα το τρίτο να μου δώσεις,
όμως εσύ με πρόλαβες, ω!, Θε μου, ενσταντανέ!
Μ’ άρπαξες και με φίλαγες μ’ ατέλειωτες τις δόσεις
αυτού του καταπληκτικού κρασιού, του καμπερνέ!
Το τέταρτο σου ζήτησα! Θε μου, φιλί ευώδες!
Και στην αρχή μου φάνηκε σαν κρητική ρακή,
αλλά μόλις κατάλαβα πως ήταν και αφρώδες
σκέφτηκα πως με κέρναγες σαμπάνια γαλλική!